Ανάπτυξη Πληροφοριακού Συστήματος για την Αγοραπωλησία Παιδικών Ειδών
Abstract
Η βιομηχανία της μόδας αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους συντελεστές εκπομπής αερίων
του θερμοκηπίου σε παγκόσμιο επίπεδο, με τη ραγδαία εξάπλωση της τάσης της γρήγορης
μόδας να επιδεινώνει το πρόβλημα. Η αυξημένη παραγωγή και κατανάλωση ενδυμάτων έχει
δημιουργήσει σημαντικές περιβαλλοντικές προκλήσεις, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη
για μετάβαση σε πιο βιώσιμες πρακτικές.
Από την πλευρά των καταναλωτών, ενέργειες όπως η υποστήριξη ηθικών εμπορικών
σημάτων, η αγορά μεταχειρισμένων ρούχων και η μείωση της υπερβολικής κατανάλωσης
μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας πιο βιώσιμης βιομηχανίας μόδας. Η αλλαγή στη
συμπεριφορά των καταναλωτών προς τη βιωσιμότητα είναι ζωτικής σημασίας, καθώς οι
επιλογές τους επηρεάζουν άμεσα τη ζήτηση προϊόντων, τη διάρκεια ζωής τους και τον τρόπο
απόρριψής τους.
Σύμφωνα με έρευνα του 2017, εκτιμάται ότι το 73% των ρούχων που παράγονται καταλήγουν
σε χωματερές ή καίγονται, ενώ μόνο το 15% των ρούχων ανακυκλώνονται σε ρούχα ή
ανακυκλώνονται σε πανιά καθαρισμού ή υλικά μόνωσης [1].
Η έμφαση στη μόδα και όχι στην ποιότητα οδηγεί συχνά σε πρόωρη απόρριψη ενδυμάτων,
πριν αυτά φτάσουν στο τέλος του κύκλου ζωής τους [22]. Αυτή η πραγματικότητα
υπογραμμίζει την ανάγκη για αναθεώρηση των καταναλωτικών προτύπων και την προώθηση
πρακτικών που ευνοούν την ανακύκλωση, τη βιωσιμότητα και την υπευθυνότητα στον τρόπο
με τον οποίο καταναλώνουμε και διαχειριζόμαστε τα προϊόντα της μόδας.
Η αυξανόμενη κατανάλωση ενθαρρύνεται από τους λιανοπωλητές fast-fashion με την αύξηση
του αριθμού των συλλογών ανά έτος. Η Zara, για παράδειγμα, προσφέρει 24 νέες συλλογές το
χρόνο, ενώ η H&M ακολουθεί με 12 έως 16 συλλογές [2].
Οι παραπάνω λόγοι έχουν συμβάλει τα τελευταία χρόνια στη σημαντική αύξηση της ζήτησης
για τη μόδα μεταχειρισμένων ρούχων και αντικειμένων. Η ανάγκη της αγοράς για πιο βιώσιμες
επιλογές στη μόδα, σε συνδυασμό με τη ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας του ηλεκτρονικού
εμπορίου, ιδίως μετά την πανδημία του COVID-19 [3] έχει δημιουργήσει ευκαιρίες για πολλές
μικρές επιχειρήσεις. Με ελάχιστα λειτουργικά έξοδα, αυτές οι επιχειρήσεις έχουν τη
δυνατότητα να καλύψουν το κενό της αγοράς, προσφέροντας προϊόντα που συνδυάζουν τη
βιωσιμότητα με την αυξανόμενη ζήτηση για μεταχειρισμένα είδη.
Λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη ανάγκη για βιώσιμη μόδα και τις δυνατότητες που
προσφέρει η δημιουργία ενός ηλεκτρονικού καταστήματος από μικρές επιχειρήσεις,
γεννήθηκε η ιδέα για την ανάπτυξη ενός μοντέλου ηλεκτρονικού καταστήματος από έναν
ιδιώτη, με στόχο την αγορά και πώληση παιδικών ρούχων και αντικειμένων. Τα παιδικά είδη
θεωρούνται από τα λιγότερο βιώσιμα, καθώς συχνά χρειάζονται αντικατάσταση σε σύντομα
χρονικά διαστήματα για να συμβαδίζουν με τις ανάγκες και την ανάπτυξη του παιδιού. Η
παρούσα διπλωματική εργασία επικεντρώνεται στη δημιουργία μιας τέτοιας πλατφόρμας, με
σκοπό να συνδυάσει την οικονομική προσβασιμότητα με τη βιωσιμότητα, προσφέροντας
λύσεις που ανταποκρίνονται τόσο στις ανάγκες των καταναλωτών όσο και στις σύγχρονες
περιβαλλοντικές προκλήσεις.Σύντομη περιγραφή του θέματος σε μορφή κειμένου στην
Ελληνική .