Το έγκλημα από τη νεωτερική κοινωνία στη μετανεωτερική κοινωνία της διακινδύνευσης - Τίτλος 1ου επεισοδίου «As Above so Below»
Abstract
Στο παρόν ερευνητικό κείμενο θα παρουσιασθεί μία διαφορετική προσέγγιση της έννοιας του εγκλήματος η οποία θεμελιώνεται υπό το πρίσμα των μακροσκοπικών κοινωνιολογικών θεωριών της κριτικής εγκληματολογίας. Πυρήνα της έρευνας των μακρο--κοινωνιολογικών θεωριών αποτελεί η κοινωνικοπολιτική δομή του κράτους προκειμένου να αιτιολογήσει και να ερμηνεύσει την εγκληματική συμπεριφορά. Το φάσμα της κριτικής εγκληματολογίας επικεντρώνεται στην προσέγγιση της κοινωνιολογίας του εγκλήματος και της παρέκκλισης από τη σκοπιά της σύγκρουσης. Αυτή η οπτική επηρεάζεται από τον μαρξισμό καθώς και από την ενσωμάτωση ορισμένων μετα-νεωτερικών ιδεών.
Πιο ειδικά η εργασία χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος της εργασίας θα παρουσιασθεί η μακροσκοπική θεωρία της συναίνεσης με βασικό θεμελιωτή τον E.Durkheim, και η μακροσκοπική θεωρία της σύγκρουσης, η οποία προέκυψε από το έργο του Karl Marx. Η θεωρία της συναίνεσης ή ο δομικός λειτουργισμός, αιτιολογεί την ύπαρξη του εγκλήματος στην σύσταση της δομής της κοινωνίας και όχι στο κάθε άτομο ξεχωριστά. Επίσης θεωρεί την απόκλιση ή το έγκλημα ευεργετικά -εντός ορισμένου βαθμού-για το κοινωνικό σύνολο. Από την άλλη η θεωρία της σύγκρουσης υποστηρίζει πως οι εντάσεις και οι συγκρούσεις σε ένα κοινωνικό σύνολο προκύπτουν όταν υπάρχει άνιση κατανομή των πόρων και της εξουσίας, και ότι αυτές οι συγκρούσεις αποτελούν τον κινητήρα για μια κοινωνική αλλαγή. Δεν θα παραλειφθεί επίσης η αναφορά στις θέσεις των κριτικών εγκληματολόγων William Chambliss, Willem Adriaan Bonger και Steven Spitzer ως προς την ερμηνεία του εγκλήματος.
Προχωρώντας στο δεύτερο μέρος της εργασίας θα γίνει ανάπτυξη της θεωρίας της διακινδύνευσης, όρος που εισήγαγε ο U.Beck, στο βιβλίο του Risikogesellschaft -Auf dem Weg in eine andere Moderne’’, το 1986.
Για τον Beck η μετανεωτερική κοινωνία και κατ’ επέκταση η κοινωνία της διακινδύνευσης αποτελεί τη συνέχεια της βιομηχανικής κοινωνίας, η παγκοσμιοποίηση της οποίας διακρίνει μελλοντικούς κινδύνους που έχουν προκληθεί από την ίδια την κοινωνία σε συνδυασμό με τη δημιουργία παγκόσμιων καταστάσεων διακινδύνευσης σε ένα σύμπαν όπου το έγκλημα εκτυλίσσεται παντού και διαρκώς.
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος της εργασίας μου θα τεκμηριώσω τους λόγους για τους οποίους επέλεξα να προσεγγίσω την ερμηνεία του εγκλήματος από τη σκοπιά του κριτικού εγκληματολόγου, η προσέγγιση του οποίου δεν αποπροσανατολίζει το κοινωνικό σύνολο από άλλα συλλογικά προβλήματα, όπως επίσης δεν συναινεί στην πραγμάτωση ενός κατασκευασμένου φόβου απομόνωσης και περιθωριοποίησης που δημιουργείται στους ανθρώπους στην περίπτωση που γίνουν παραβάτες ή εγκληματίσουν.
Μέσα από τα επιχειρήματα που θα προβάλλω για αυτή την θέση θα αντιπαραθέσω και αντίστοιχα παραδείγματα από το πρώτο επεισόδιο, της τηλεοπτικής μου σειράς, με τίτλο ‘’As Above so Below’’.
Κοινό τόπο στο δυσεπίλυτο πρόβλημα της κοινωνικής δικαιοσύνης αποτελεί η ευαισθησία της έννομης τάξης έναντι του ευγενούς/ταξικά ισχυρού (πολιτικού) δράστη, τα εγκλήματα του οποίου χαρακτηρίζονται από αδιαφάνεια. Για τον λόγο αυτό το ρητό του Αριστοτέλη ‘’Δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των άνισων’’, αφορά δυνητικά τον καθέναν μας στον βαθμό που μας προτρέπει ατομικά και συλλογικά να προβληματιστούμε γιατί στο όνομα της ισότητας εξοντώνεται η αξιοκρατία.