Διερεύνηση των στρατηγικών διαχείρισης που εφαρμόζουν οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας κατά τη διάρκεια περιστατικών σχολικού εκφοβισμού με συμμετοχή μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην περιφερειακή ενότητα Κοζάνης
Abstract
Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού κλιμακώνεται επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια στα
σχολικά περιβάλλοντα σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στον ελλαδικό χώρο και αναντίρρητα
το Δημοτικό σχολείο και οι εκπαιδευτικοί καλούνται να διαδραματίσουν έναν καθοριστικό
ρόλο στην πρόληψη αλλά και την αναχαίτιση του φαινομένου καθώς έχει αποδειχθεί ότι το
φαινόμενο κορυφώνεται στο Δημοτικό . Μολονότι τα μη διαχωρισμένα εκπαιδευτικά
περιβάλλοντα και η συνεκπαίδευση παιδιών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες (ΕΕΑ) στο
γενικό δημοτικό σχολείο και φαίνεται να επιδρά θετικά στην καλλιέργεια των κοινωνικών
τους δεξιοτήτων ωστόσο έρευνες έχουν δείξει πως οι μαθητές με αναπηρίες γίνονται
συχνότερα θύματα σχολικού εκφοβισμού σε σχέση με τους συνομηλίκους τους που έχουν μια
τυπική ανάπτυξη. Η παρούσα έρευνα είχε ως σκοπό την εξέταση των στάσεων και των
στρατηγικών των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας της Περιφερειακής ενότητας Κοζάνης για
τον σχολικό εκφοβισμό με συμμετοχή παιδιών με ΕΕΑ και ανάδειξε αρχικά την ανάγκη
επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών πάνω στο φαινόμενο του εκφοβισμού σε παιδιά με ΕΕΑ
καθώς όσοι είχαν λάβει αντίστοιχη επιμόρφωση φάνηκε ότι αντιλαμβανόταν περισσότερο τα
περιστατικά εκφοβισμού και είχαν αναπτύξει τις δεξιότητες και τις απαιτούμενες
στρατηγικές να τα διευθετήσουν. Η ηλικία , τα έτη υπηρεσίας και το φύλο των εκπαιδευτικών
εξάγεται από τα αποτελέσματα ότι επηρεάζουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται έγκαιρα
τα περιστατικά εκφοβισμού αλλά και τις στρατηγικές που θα επιλέξουν ενδυναμώνοντας
περισσότερο το θύμα παρά τροποποιώντας την συμπεριφορά του θύτη .Επιπρόσθετα οι
εκπαιδευτικοί με ειδίκευση στην Ειδική Αγωγή αγωγής καταδείχτηκε ότι πιστεύουν σε
μικρότερο βαθμό ότι η πεποίθηση ότι τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι
περισσότερο ευαίσθητα ή ότι η έλλειψη επαρκούς συνεννόησης με τα παιδιά με ΕΕΑ λόγω
γλωσσικών και γνωστικών δυσκολιών ,τους δυσχεραίνουν από το να αντιμετωπίσουν
αποτελεσματικά τέτοια περιστατικά και δεν θεωρούν ότι ο περιορισμένος χρόνος που έχουν
στη διάθεση τους αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην αντιμετώπισή τους .
__________________________________________________________________________________
The phenomenon of bullying has been escalating dangerously in recent years in school
environments worldwide and in Greece and undeniably the primary school and teachers are
called to play a key role in preventing and stopping the phenomenon as it has been proven that
the phenomenon peaks in primary school. Although non-segregated educational
environments and the co-education of children with Special Educational Needs (SEN) in the
general primary school seems to have a positive effect on the development of their social
skills, research has shown that students with disabilities are more often victims of bullying
than their typically developing peers. The present study aimed to examine the attitudes and
strategies of primary school teachers of the Kozani Regional Unit on bullying involving
children with ASD and initially highlighted the need for teacher training on the phenomenon
of bullying in children with ASD as those who had received such training appeared to be
more aware of bullying incidents and had developed the skills and strategies required to deal
with them. The age , years of service and gender of the teachers were concluded from the
results to influence their ability to perceive bullying incidents on time and the strategies they
choose by empowering the victim rather than modifying the behaviour of the perpetrator. In
addition, teachers specialising in Special Education were shown to believe to a lesser extent
that the belief that children with special educational needs are more sensitive or that the lack
of adequate communication with children with SEN due to language and cognitive difficulties
makes it difficult for them to deal effectively with such incidents and they do not consider that
the limited time available to them is an inhibiting factor in dealing with them.