Γλωσσική πολυμορφία στο σχολείο: επιρροές του τόπου και της χώρας μας σε ντόπιους και μετανάστες μαθητές
Abstract
Γνωστός στην επιστήμη της Κοινωνιολογίας και της Γλωσσολογίας είναι ο όρος «Γλωσσική Πολυμορφία» και συνήθως συνδέεται με την ύπαρξη δύο αντικρουόμενων απόψεων. Αφενός ένα άτομο μπορεί να χρησιμοποιήσει ως μητρικές δύο διαφορετικές γλώσσες για τις επικοινωνιακές του ανάγκες. Από την άλλη υπάρχουν και δίγλωσσες κοινωνίες, όταν σ' αυτήν υπάρχει επίσημη κρατική αναγνώριση δύο ξεχωριστών γλωσσών, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στον Καναδά με την αγγλική και τη γαλλική γλώσσα. Για την Ελλάδα, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Η πολυμορφία ορίζεται ως η κατάσταση της ύπαρξης, σε ορισμένα άτομα, δύο γλωσσών λόγο της διαφορετικής εθνικότητάς τους, υπό το πρίσμα του φαινομένου της κοινωνικής περιθωριοποίησης των ανθρώπων που ομιλούν μειονοτικές γλώσσες. Στην παρούσα φάση το κράτος επιδιώκει τη γλωσσική ομοιομορφία και το καθεστώς της μιας επίσημης γλώσσας, ώστε κάποιοι έφτασαν να μιλούν για πολιτισμό της μονογλωσσίας. Αυτό το θέμα διαπραγματεύεται και η παρούσα εργασία. Η διγλωσσία σε άτομα ακούγεται σαν συγκριτικό πλεονέκτημα, αφού τα άτομα μπορούν να χειρίζονται με τον ίδιο αποτελεσματικό τρόπο περισσότερες από μια γλώσσες. Η διαδικασία όμως κατάκτησης μιας δεύτερης γλώσσας αφορά συνήθως μειονότητες, μετανάστες ή παλιννοστούντες, που υποχρεώνονται στο περιβάλλον που ζουν να χρησιμοποιούν την επίσημη γλώσσα του τόπου. Πολλές φορές η ίδια η διγλωσσία τους θεωρείται ως η πηγή των προβλημάτων προσαρμογής που συνήθως αντιμετωπίζουν οι μειονότητες, ώστε στο τέλος η ίδια η μητρική τους γλώσσα γίνεται αφορμή κοινωνικής διάκρισης και ρατσισμού. Γι αυτό, άλλωστε, η διαπολιτισμική εκπαίδευση, ο ρόλος της ελληνικής λογοτεχνίας και του εκπαιδευτικού ως εμψυχωτής της ετερογένειας είναι τα βασικά κεφάλαια που απαρτίζουν την παρούσα έρευνα, σημεία τα οποία καταλήγουν σε ένα μόνο συμπέρασμα: η γλωσσική πολυμορφία είναι ένα σύνθετο ζήτημα, που δεν εξαντλείται σε μόνη τη διαπίστωση αν σε μια κοινωνία ομιλούνται, καλλιεργούνται, προωθούνται περισσότεροι από ένας κώδικες, αλλά εμπλέκονται ζητήματα γλωσσικής πολιτικής, ευαισθησίας των επίσημων φορέων, του εκπαιδευτικού συστήματος, της κοινωνίας γενικότερα.It’s known in the science of Sociology and Linguistics the term "Linguistic Diversity" and is usually associated with the existence of two conflicting views. On the one hand, one person can use two different languages as their mother tongue for their communication needs. On the other hand, there are bilingual societies when there is official recognition of two separate languages, as in Canada, for example, in English and French. For Greece, the things are somewhat different. Diversity is defined as the state of the existence, in some people, of two languages because of their different nationality, in the light of the phenomenon of social marginalization of people speaking minority languages. At this stage, the state seeks linguistic uniformity and the status of an official language, so that some have come to speak of a culture of monolingualism. This subject is also being negotiated in this work. Bilingualism in individuals sounds like a comparative advantage, since individuals can handle more than one language in the same way. But the process of conquering a second language usually involves minorities, migrants or repatriates, who are forced into the environment living in the official language of the country. Many times their own bilingualism is seen as the source of the problems of adaptation that minorities usually face, so that in the end their native language itself becomes the cause of social discrimination and racism. For this reason, intercultural education, the role of Greek literature and the educator as an animator of heterogeneity are the main chapters that make up the present research, points which lead to only one conclusion: linguistic diversity is a complex issue, Is not exhausted in the self-discernment of whether more than one code is being spoken, cultivated, promoted, but involves issues of linguistic policy, sensitivity of official bodies, the education system, in general.